Νέες μελέτες για τον κίνδυνο πρόωρου τοκετού σε γυναίκες που νοσούν από COVID-19
Δύο νέες μελέτες στις ΗΠΑ ανέδειξαν αυξημένο κίνδυνο πρόωρου τοκετού και σοβαρής νόσου COVID-19 σε εγκύους. Ωστόσο, μια συστηματική ανασκόπηση και μετα-ανάλυση των αποτελεσμάτων για τις μητέρες και τα νεογνά έδειξε ότι ο νέος κορωνοϊός δε φαίνεται να επηρεάζει σημαντικά την εγκυμοσύνη.
Πρώτη Μελέτη
Η πρώτη από τις δύο μελέτες που δημοσιεύθηκαν στην Morbidity and Mortality Weekly Report (MMWR – Εβδομαδιαία Έκθεση Νοσηρότητας και Θνησιμότητας), παρακολούθησαν τα αποτελέσματα των γεννήσεων και των βρεφών από τις 29 Μαρτίου έως τις 14 Οκτωβρίου 2020. Η μελέτη αφορούσε 4.442 εγκύους που είχαν μολυνθεί με τον SARS-CoV-2 και τα 4.527 έμβρυα και νεογέννητά τους σε 16 περιοχές δικαιοδοσίας του Παρατηρητηρίου για αναδυόμενες απειλές σε μητέρες και βρέφη (SET-NET).
- Από τα 3.912 βρέφη με γνωστοποιημένη ηλικία κύησης που γεννήθηκαν από εγκύους που νοσούσαν από COVID-19, το 12,9% γεννήθηκε πρόωρα (πριν από την ολοκλήρωση των 37 εβδομάδων κύησης), σε σύγκριση με ένα εκτιμώμενο εθνικό ποσοστό 10,2%. Από τα 610 νεογέννητα μόνο το 2,6% ήταν θετικό στον κορωνοϊό και τα περισσότερα από αυτά γεννήθηκαν από γυναίκες με ενεργή λοίμωξη κατά τον τοκετό.
- Από τα 4.527 έμβρυα και νεογέννητα, τα 4.495 γεννήθηκαν φυσιολογικά, συμπεριλαμβανομένων 79 περιπτώσεων διδύμων και μίας περίπτωσης τριδύμων, ενώ σημειώθηκαν 32 αποβολές. Οι 12 από αυτές (0,3%) συνέβησαν σε κύηση κάτω των 20 εβδομάδων και οι 20 (0,4%) συνέβησαν σε κύηση 20 εβδομάδων ή και περισσότερο. Από τις 3.486 γεννήσεις στις οποίες καταγράφηκαν το βάρος, η ηλικία κύησης και το φύλο (77,6%), στις 198 (5,7%) οι τιμές αυτές ήταν μικρές για την ηλικία κύησης. 9 από τα 4.495 βρέφη (0,2%) πέθαναν στο νοσοκομείο.
Πρόωρος τοκετός στο 50% των βρεφών που ήταν θετικά στον κορωνοϊό
- 8 από τα 16 βρέφη (50%) που ήταν θετικά στον COVID-19, γεννήθηκαν πρόωρα και για όλα απαιτήθηκε εισαγωγή σε μονάδα εντατικής θεραπείας, αν και οι ενδείξεις δεν τεκμηριώθηκαν. Από τα υπόλοιπα 8 βρέφη που γεννήθηκαν με την ολοκλήρωση της κύησης και ήταν θετικά στον κορωνοϊό, το 1 εισήχθη σε ΜΕΘ λόγω πυρετού και ανάγκης για επιπλέον οξυγόνο.
- Η μέση ηλικία των εγκύων ήταν 28,9 έτη και το 46% ήταν Ισπανόφωνες ή Λατίνες. Τουλάχιστον μία υποκείμενη ασθένεια σημειώθηκε για 1.564 γυναίκες (45,1%), η πιο συχνή από τις οποίες ήταν η παχυσαρκία πριν από την εγκυμοσύνη (35,1%). Η συντριπτική πλειονότητα των λοιμώξεων των γυναικών αυτών (84,4%) διαγνώστηκαν κατά το τρίτο εξάμηνο. Από τις 2.691 γυναίκες με γνωστή κατάσταση συμπτωμάτων (60,6%), 374 (14%) ανέφεραν ότι δεν είχαν συμπτώματα.
Οι ερευνητές είπαν ότι επειδή οι περισσότερες έγκυες που αναφέρθηκαν μέχρι σήμερα είχαν μολυνθεί από τον ιό κατά το τρίτο τρίμηνο, απαιτείται συνεχής παρακολούθηση για την αξιολόγηση των επιπτώσεων της μόλυνσης στην πρώιμη εγκυμοσύνη και των μακροπρόθεσμων αποτελεσμάτων των εκτεθειμένων νεογνών.
Στο μεταξύ, όπως είπαν οι ερευνητές, οι έγκυες πρέπει να ενημερώνονται για τους κινδύνους μόλυνσης από κορωνοϊό, και πρόσθεσαν: «Οι έγκυες και τα υπόλοιπα μέλη της οικογενείας τους πρέπει να ακολουθούν τα συνιστώμενα μέτρα πρόληψης των λοιμώξεων, συμπεριλαμβανομένης της μάσκας, της απόστασης ασφαλείας και του συχνού πλυσίματος χεριών όταν βγαίνουν ή αλληλοεπιδρούν με άλλους ή εάν υπάρχει κάποιο κοντινό άτομο που έχει εκτεθεί σε COVID-19».
Δεύτερη Μελέτη
Η δεύτερη μελέτη είναι επικαιροποίηση μίας προηγούμενης μελέτης, τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιοποιήθηκαν στις 26 Ιουνίου. Η νέα μελέτη περιγράφει λεπτομερώς τα χαρακτηριστικά 23.434 συμπτωματικών εγκύων ηλικίας 15 έως 44 ετών που έχουν μολυνθεί από τον COVID-19 από τις 22 Ιανουαρίου έως τις 3 Οκτωβρίου, όπως αυτές περιγράφονται στο Εθνικό Παρατηρητήριο Κοινοποιήσιμων Νοσημάτων (NNDSS). Κατά την προηγούμενη μελέτη είχαν αξιολογηθεί 8.207 έγκυες.
Αυξημένη ανάγκη για εντατικές παρεμβάσεις στις εγκύους
Αφού ελέγχθηκαν στατιστικά η ηλικία, η φυλή/εθνικότητα και τα υποκείμενα νοσήματα, οι έγκυες γυναίκες στην τελευταία μελέτη είχαν πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες από τις μη εγκύους για ανάγκη εισαγωγής σε ΜΕΘ (3,9% έναντι 1,1%), για μηχανική υποστήριξη της αναπνοής (2.9% έναντι 1,1%), για εξωσωματική μεμβράνη οξυγόνωσης (0,7% έναντι 0,3%) καθώς και θνησιμότητα (1,5% έναντι 1,2%).
Ενώ σε όλες τις εγκύους παρατηρήθηκε αυξημένος κίνδυνος εισαγωγής σε ΜΕΘ, ιδιαίτερα υψηλός ήταν σε γυναίκες ασιατικής φυλής και των νησιών της Χαβάης / Ειρηνικού. Οι Ισπανόφωνες έγκυες γυναίκες διατρέχουν υψηλότερο κίνδυνο μόλυνσης και θανάτου από τον COVID-19 σε σχέση με τις μη εγκύους ίδιας ηλικίας. Τόσο οι έγκυες όσο και οι μη έγκυες μαύρες γυναίκες διατρέχουν δυσανάλογο κίνδυνο θανάτου σε σχέση με την κατανομή τους μεταξύ των μολυσμένων γυναικών.
Συγκριτικά με τις μη εγκύους αντίστοιχων χαρακτηριστικών, οι έγκυες γυναίκες ηλικίας 15 έως 24 ετών αντιμετώπιζαν τρεις φορές μεγαλύτερο κίνδυνο να χρειαστούν μηχανική αναπνευστική υποστήριξη, ενώ στις εγκύους ηλικίας 35 έως 44 ετών ο κίνδυνος ήταν 3,6 φορές μεγαλύτερος.
Αυξημένος κίνδυνος σοβαρής νόσου από τον COVID-19 για τις εγκύους λόγω φυσιολογικών αλλαγών στην εγκυμοσύνη
Οι ερευνητές ανέφεραν ότι παρόλο που οι απόλυτοι δείκτες κινδύνου για σοβαρές επιπτώσεις ήταν χαμηλοί, οι έγκυες έχουν αυξημένο κίνδυνο να νοσήσουν σοβαρά από τον COVID-19, πιθανώς λόγω των φυσιολογικών αλλαγών στην εγκυμοσύνη, που συμπεριλαμβάνουν:
- Αυξημένους καρδιακούς ρυθμούς
- Μεγαλύτερη ανάγκη για κατανάλωση οξυγόνου
- Μειωμένη ικανότητα των πνευμόνων
- Αυξημένο κίνδυνο θρομβώσεων
«Για να μειωθεί ο κίνδυνος σοβαρής ασθένειας και θανάτου από τον COVID-19, οι έγκυες πρέπει να ενημερώνονται σχετικά με τη σημασία της άμεσης ιατρικής περίθαλψης εάν εμφανίζουν συμπτώματα. Τα μέτρα πρόληψης από τη λοίμωξη με τον ιό πρέπει να τονίζονται ιδιαίτερα για τις εγκύους και την οικογένειά τους κατά τη διάρκεια όλων των συναντήσεων με τον γιατρό», ανέφεραν οι ερευνητές.
Στις περισσότερες περιπτώσεις η νόσος δεν είναι σοβαρή
Η μετα-ανάλυση, η οποία περιελάμβανε 24 μελέτες στις οποίες συμμετείχαν 1.100 εγκυμοσύνες, δημοσιεύθηκε την 1η Νοεμβρίου στο Clinical Microbiology and Infection από ερευνητές στην Τεργέστη της Ιταλίας.
- Από όλες τις εγκύους που συμμετείχαν στη μελέτη οι οποίες είχαν μολυνθεί με τον COVID-19, το 89% παρουσίασε πνευμονία, το 85% γέννησε με καισαρική τομή και το 8% εισήχθη σε ΜΕΘ. Ωστόσο, οι συγκεντρωτικοί επιπολασμοί στις παρατηρούμενες περιπτώσεις εισαγωγής στη ΜΕΘ και του μητρικού θανάτου ήταν παρόμοιοι με αυτούς που αναφέρθηκαν σε μη εγκύους γυναίκες.
- Οι 5 από τις 1.100 γυναίκες (0,5%) πέθαναν, 3 από τα 779 έμβρυα (0,4%) ήταν θνησιγενή και 3 από τα 537 νεογέννητα (0,6%) πέθαναν, όμως καμία από τις αιτίες δε σχετίζεται με τον COVID-19. Το 2% των νεογέννητων χρειάστηκαν εντατική φροντίδα και το 4,3% ήταν θετικό στον κορωνοϊό.
- Η μέση ηλικία κύησης ήταν 38 εβδομάδες. Ο συγκεντρωτικός επιπολασμός του πρόωρου τοκετού ήταν 23%, ποσοστό υψηλότερο από αυτό του 5% στο γενικό μαιευτικό πληθυσμό της Ευρώπης. «Δεν είναι ωστόσο σαφές εάν ο COVID-19 είναι η άμεση αιτία πρόωρου τοκετού. Η ιογενής λοίμωξη κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης μπορεί να προκαλέσει ανώμαλη απόκριση σε μια ευκαιριακή βακτηριακή λοίμωξη η οποία μπορεί να οδηγήσει σε πρόωρο τοκετό», τόνισαν οι ερευνητές.
- Από τα 54 νεογέννητα με καταγεγραμμένα αναπνευστικά προβλήματα και υποστήριξη οξυγόνου, μόνο 1 χρειάστηκε επιπλέον οξυγόνο με τη μορφή μη επεμβατικού αερισμού. Η εμφάνιση των συμπτωμάτων που σχετίζονται με τον κορωνοϊό και απαιτούσαν νοσηλεία ή παρατεταμένη παραμονή στο νοσοκομείο μετά τον τοκετό παρουσιάστηκε συχνότερα σε γυναίκες πριν από τον τοκετό (525 γυναίκες – 73%) από ό,τι μετά (462 – 22%).
Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι, ενώ μπορεί να συμβεί εισαγωγή σε ΜΕΘ και θάνατος, η μόλυνση με COVID-19 δεν είναι σοβαρή στις περισσότερες εγκύους, ενώ δε φαίνεται να επηρεάζει ουσιαστικά την εγκυμοσύνη.
«Έχουν αναφερθεί υψηλά ποσοστά τοκετού με καισαρική τομή, όμως δεν υπάρχουν κλινικά στοιχεία τα οποία αποτελούν ένδειξη για την επιλογή της καισαρικής», γράφουν οι ερευνητές. «Πράγματι, στις περισσότερες περιπτώσεις η νόσος δεν απειλεί τη μητέρα ενώ δεν υπάρχουν σαφή δεδομένα που να καταδεικνύουν την κάθετη μετάδοση του ιού (από τη μητέρα στο βρέφος). Ως εκ τούτου, ο COVID-19 δεν πρέπει να θεωρείται ως ένδειξη για τοκετό με καισαρική τομή.»