Η μαστίτιδα είναι μία φλεγμονώδης πάθηση του στήθους, η οποία μπορεί να προκαλέσει μόλυνση, και προσβάλλει κυρίως τις γυναίκες κατά τη διάρκεια του θηλασμού. Ωστόσο, είναι μία πάθηση που μπορεί να εμφανιστεί και σε μη θηλάζουσες γυναίκες αλλά και σε άντρες.
Συνήθως, η μαστίτιδα εντοπίζεται μέχρι τη 12η εβδομάδα μετά τον τοκετό, αν και μπορεί να προκύψει και κάποια άλλη χρονική περίοδο κατά τη διάρκεια της γαλουχίας.
Η μαστίτιδα προκαλείται κυρίως όταν το γάλα που συγκεντρώνεται, εγκλωβίζεται μέσα στο στήθος. Ο εγκλωβισμός του γάλακτος στο στήθος μπορεί να μπλοκάρει τους γαλακτοφόρους πόρους (μικροί αγωγοί που μεταφέρουν το γάλα) και τελικά να τους φράξει, οδηγώντας σε μόλυνση του μαστού.
Αυτό μπορεί να συμβεί για διάφορους λόγους, όπως είναι:
Μία άλλη αιτία για τη μαστίτιδα είναι η εισχώρηση βακτηρίων που υπάρχουν είτε στην επιφάνεια του δέρματος είτε στο στόμα του βρέφους. Τα βακτήρια διεισδύουν μέσω μίας σχισμής στη θηλή ή μέσω του ανοιχτού γαλακτοφόρου πόρου.
Ποια συμπτώματα εκδηλώνονται με την εμφάνιση της μαστίτιδας;
Τα συμπτώματα που εκδηλώνονται με την εμφάνιση της μαστίτιδας οφείλονται στη φλεγμονή, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε:
Σε κάποιες περιπτώσεις, επίσης, μπορεί να προκαλέσει ρίγη και πυρετό.
Οι παράγοντες κινδύνου για τη μαστίτιδα περιλαμβάνουν:
Όταν η μαστίτιδα δε θεραπεύεται επαρκώς ή οφείλεται στην απόφραξη του γαλακτοφόρου πόρου, τότε μπορεί να δημιουργηθεί κοιλότητα πυώδους υγρού. Η κατάσταση αυτή εξελίσσεται σε απόστημα το οποίο αντιμετωπίζεται με τη διάνοιξή του και την παροχέτευση του υγρού.
Για την αποφυγή του αποστήματος, η γυναίκα θα πρέπει να μιλήσει με το γυναικολόγο της αμέσως μόλις εμφανίσει συμπτώματα μαστίτιδας.
Για να μειωθεί ο κίνδυνος ανάπτυξης μαστίτιδας, η γυναίκα θα είναι καλό να συμβουλευθεί κάποιον ειδικό σχετικά με τα μέτρα πρόληψης και τον κατάλληλο τρόπο θηλασμού.
Τα μέτρα περιλαμβάνουν: