Κύηση & Ρευματοειδείς Παθήσεις

Subtitle for the blog page

Κύηση Και Ρευματοειδείς Παθήσεις

Κύηση & Ρευματοειδείς Παθήσεις

Οι ρευματοειδείς παθήσεις στην κύηση αποτελούν μία συχνή κατάσταση. Παλιότερα, οι γυναίκες με δυνητικά σοβαρές αυτοάνοσες ασθένειες συμβουλεύονταν να μην προχωρήσουν σε εγκυμοσύνη. Πλέον γνωρίζουμε ότι με ειδική φαρμακευτική αγωγή και μαιευτική αντιμετώπιση, οι περισσότερες από αυτές τις γυναίκες μπορεί να έχουν μία επιτυχημένη εγκυμοσύνη.

Πώς η κύηση επηρεάζει τις ρευματοειδείς παθήσεις;

Οι ρευματοειδείς παθήσεις, ανάλογα με την περίπτωση, μπορεί να επηρεαστούν από την κύηση με ποικίλους τρόπους. Η ρευματοειδής αρθρίτιδα (RA), ο συστηματικός ερυθηματώδης λύκος (SLE) και το αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο (APS) συνήθως αλλάζουν στην εγκυμοσύνη. Για παράδειγμα, τα συμπτώματα της ρευματοειδούς αρθρίτιδας βελτιώνονται κατά την κύηση, με αποτέλεσμα συχνά να μην υπάρχει ανάγκη για φαρμακευτική αγωγή. Ωστόσο, μετά τον τοκετό τα συμπτώματα μπορεί να επιστρέψουν.

Πώς οι ρευματοειδείς παθήσεις επηρεάζουν την κύηση;

Κατά τη διάρκεια της κύησης, τα αποτελέσματα της φλεγμονής όταν μια ρευματική πάθηση είναι ενεργή, καθώς και τα ειδικά φάρμακα για τη ρύθμιση της φλεγμονής, μπορεί να προκαλέσουν προβλήματα. Ασθένειες οι οποίες έχουν επίδραση στα νεφρά (ειδικά το αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο – APS) είναι πιο πιθανό να επηρεάσουν την έκβαση της εγκυμοσύνης.

Οι γυναίκες ασθενείς που πάσχουν ή έπασχαν από νεφρική νόσο, λόγω αγγειίτιδας, σκληροδερμίας ή λύκου, γενικά έχουν αυξημένο κίνδυνο σοβαρής υπέρτασης και προεκλαμψίας. Εάν η λειτουργία των νεφρών και η αρτηριακή πίεση πριν από την εγκυμοσύνη είναι σε φυσιολογικά επίπεδα, καθώς και η ασθένεια είναι ανενεργή κατά τη στιγμή της σύλληψης για περίοδο τουλάχιστον έξι μηνών, τότε οι προβλέψεις για καλή έκβαση κύησης είναι καλές. Σε γυναίκες με σοβαρή διαταραχή της νεφρικής λειτουργίας, ανεξέλεγκτη υπέρταση (υψηλή αρτηριακή πίεση) ή / και ενεργές εξάρσεις ρευματικών νόσων συνιστάται να μην προχωρήσουν σε εγκυμοσύνη.

Το αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο έχει πιθανώς το μεγαλύτερο αντίκτυπο στην εγκυμοσύνη. Σχετίζεται τόσο με πρώιμη όσο και με αποβολή σε πιο προχωρημένο στάδιο, πρόωρη γέννα και χαμηλού βάρους νεογνά, καθώς και με θρόμβωση και προεκλαμψία. Έτσι, η εγκυμοσύνη σε γυναίκες με αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο πρέπει πάντα να θεωρείται υψηλού κινδύνου και απαιτεί στενή ιατρική και μαιευτική παρακολούθηση. Η θεραπεία βασίζεται σε χαμηλή δόση ασπιρίνης και ηπαρίνης.

Διαχείριση των ρευματοειδών παθήσεων κατά την κύηση

Όλες οι γυναίκες με ρευματοειδείς παθήσεις που θέλουν να αποκτήσουν μωρό πρέπει να συμβουλευτούν ειδικό και να ενημερωθούν σχετικά με τους κινδύνους. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης στο γιατρό σας μπορείτε να συζητήσετε συγκεκριμένες ανησυχίες σχετικά με την εγκυμοσύνη και να μάθετε ποιες ενδεχόμενες επιπλοκές μπορεί να εμφανιστούν και πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν.

Παράγοντες που καθιστούν μία εγκυμοσύνη «υψηλού κινδύνου» είναι:

  • Προηγούμενη εγκυμοσύνη με επιπλοκές
  • Υποκείμενη νεφρική νόσος
  • Υποκείμενες καρδιακές παθήσεις
  • Υποκείμενη πνευμονοπάθεια (συμπεριλαμβανομένης της πνευμονικής υπέρτασης)
  • Φλεγμονή από ρευματική ασθένεια
  • Ιστορικό θρομβώσεων
  • Εξωσωματική γονιμοποίηση (IVF)
  • Εγκυμοσύνη με δίδυμα, τρίδυμα κ.λπ.
  • Η μητέρα ηλικίας άνω των 40 ετών

Η ρευματοειδής πάθηση στη γυναίκα θα πρέπει να είναι υπό έλεγχο για περίοδο τουλάχιστον τριών – έξι μηνών πριν από την εγκυμοσύνη. Εφ’ όσον τα φάρμακά σας δεν είναι επιβλαβή για το έμβρυο, θα πρέπει να είστε συνεπής στη λήψη τους, έτσι ώστε να αποφύγετε τον κίνδυνο εκδήλωσης ασθένειας.

Τα βασικότερα φάρμακα για τη διαχείριση των ρευματοειδών παθήσεων κατά τη διάρκεια της κύησης περιλαμβάνουν:

  • Ανοσοκατασταλτικά φάρμακα
  • Υδροξυχλωροκίνη
  • Κορτιζόνη – Πρεδνιζολόνη ή μεθυπρεδνιζολόνη
  • Σουλφασαλαζίνη
  • Ανθελονοσιακά φάρμακα
  • Κυκλοσπορίνη

ΕπικοινωνίαΕπικοινωνία

medifem
medifem, on in Uncategorized