Η ακανόνιστη περίοδος αποτελεί μια κατάσταση που συχνά προκαλεί έντονο προβληματισμό στη γυναίκα που τη βιώνει. Η φυσιολογική διάρκεια του εμμηνορρυσιακού κύκλου είναι 28 ημέρες. Ωστόσο αυτό διαφέρει από γυναίκα σε γυναίκα.
Ακανόνιστη περίοδος θεωρείται όταν η διάρκεια του κύκλου είναι μεγαλύτερη από 35 ή μικρότερη από 21 ημέρες, καθώς και όταν η έμμηνος ρύση διαρκεί περισσότερο από 7 ημέρες.
Η έμμηνος ρύση αποτελεί μέρος του εμμηνορρυσιακού κύκλου και αφορά στην ‘πτώση’ του ενδομητρίου (ιστός επένδυσης στο εσωτερικό της μήτρας) εξαιτίας φυσιολογικών ορμονικών μεταβολών. Η πτώση αυτή του ενδομητρίου εκδηλώνεται με τη μορφή αιμορραγίας από τη μήτρα, μέσω του γυναικείου κόλπου.
Η περίοδος συνήθως ξεκινάει κατά την προεφηβική και εφηβική ηλικία, ανάμεσα στα 10 με 16 έτη και διακόπτεται κατά την εμμηνόπαυση, δηλαδή στην ηλικία των 47 – 55 ετών.
Μια ακανόνιστη περίοδος μπορεί να προκύψει εξαιτίας ποικίλων παραγόντων. Αυτοί περιλαμβάνουν την τροποποίηση της μεθόδου αντισύλληψης, τη διαταραχή ορμονών, την υπερβολική σωματική άσκηση, κ.α.
Η θεραπεία για την ακανόνιστη περίοδο κατά την εφηβεία και κοντά στην ηλικία της εμμηνόπαυσης συνήθως δεν είναι απαραίτητη. Παρόλα αυτά, εάν μια γυναίκα που βρίσκεται σε αναπαραγωγική ηλικία παρατηρήσει ασταθή κύκλο, τότε συστήνεται η ιατρική συμβουλή από γυναικολόγο.
Υπάρχουν διάφοροι παράγοντες στους οποίους μπορεί να οφείλεται η ακανόνιστη περίοδος. Οι περισσότεροι σχετίζονται με την παραγωγή ορμονών. Οι δύο ορμόνες που επηρεάζουν και ρυθμίζουν τον εμμηνορρυσιακό κύκλο είναι τα οιστρογόνα και η προγεστερόνη.
Έτσι, η ακανόνιστη περίοδος, τις περισσότερες φορές, οφείλεται σε καταστάσεις που προκαλούν τη διαταραχή των ορμονών αυτών. Γενικά, οι συνηθέστεροι παράγοντες που μπορεί να οδηγήσουν σε ακανόνιστοι περίοδο είναι οι παρακάτω:
Όταν μια γυναίκα κάτω των 45 ετών παρατηρήσει ότι η διάρκεια του κύκλου της ξεπερνάει τις 35 ημέρες ή είναι μικρότερη των 21 ημερών τότε συστήνεται να επισκεφθεί τον γυναικολόγο. Επίσης, εάν η έμμηνος ρύση έχει διάρκεια μεγαλύτερη των 7 ημερών, τότε πιθανόν να σχετίζεται με κάποια κατάσταση που χρήζει διερεύνησης από ειδικό.
Ο τρόπος αντιμετώπισης της ακανόνιστης περιόδου κρίνεται σύμφωνα με την αιτία που την προκαλεί. Ο γυναικολόγος, κατόπιν αξιολόγησης η οποία αφορά σε λήψη αναλυτικού ιατρικού ιστορικού και κλινική εξέταση, θα ορίσει την κατάλληλη θεραπευτική αγωγή. Συχνά, η διαγνωστική εξέταση περιλαμβάνει υστεροσκόπηση με σκοπό τον έλεγχο της μήτρας για ενδεχόμενη ύπαρξη πολυπόδων.
Σε περίπτωση ινομυωμάτων, η αφαίρεσή τους επιτυγχάνεται με την ελάχιστα επεμβατική μέθοδο της λαπαροσκόπησης.
Ανάλογα με τα ευρήματα της διαγνωστικής αξιολόγησης, ο γιατρός πιθανόν να συστήσει είτε την έναρξη λήψης είτε τη διακοπή αντισυλληπτικών χαπιών.
Τέλος, σε περίπτωση υποψίας διαταραχών του θυρεοειδούς, ο εξειδικευμένος ιατρός θα παραπέμψει την ασθενή σε ενδοκρινολόγο.