Διαβήτης Κύησης

Διαβήτης Κύησης

ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑΒΗΤΗ ΤΗΣ ΚΥΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΕΓΚΑΙΡΗΣ ΔΙΑΓΝΩΣΗΣ ΤΟΥ!

Η φυσιολογική ανάπτυξη του εμβρύου έχει άμεση σχέση με τη φυσιολογική μεταφορά των απαραίτητων θρεπτικών στοιχείων από τη μητέρα, ειδικά της γλυκόζης. Η διάρκεια και ο βαθμός της υπεργλυκαιμίας (σακχαρώδηςδιαβήτης-ΣΔ) είναι ευθέως σχετιζόμενα με πολλές δυσάρεστες επιπτώσεις τόσο στο έμβρυο ή το νεογνό όσο και στη μητέρα.

Πιο συγκεκριμένα επιπτώσεις που αφορούν στο έμβρυο είναι:

Μεγάλη αύξηση του βάρους του νεογνού. Η γλυκόζη περνά ελεύθερα τον πλακούντα αλλά όχι η ινσουλίνη της μητέρας. Έτσι το έμβρυο αναγκάζεται να αυξήσει την δική του παραγωγή ινσουλίνης. Αυτό οδηγεί στην αυξημένη πρόσληψη βάρους και εναπόθεση λίπους στο έμβρυο η οποία, αν υπερβεί κάποια όρια χαρακτηρίζεται ως έμβρυο μεγάλο για την ηλικία κύησης ή μακροσωμικό νεογνό (>4 κιλά βάρος τοκετού). Τα επίπεδα σακχάρου της μητέρας έχουν άμεση συσχέτιση με το βάρος του νεογνού και η σχέση αυτή καθορίζει σε μεγάλο βαθμό και τα κριτήρια διάγνωσης του ΣΔ κύησης. Τα μεγάλα έμβρυα έχουν αυξημένο κίνδυνο για τραυματισμό και ασφυξία κατά τη διάρκεια του φυσιολογικού τοκετού (γι’ αυτό και πολλές φορές καταλήγουμε στη λύση της επιλεκτικής καισαρικής τομής, αν και ο σακχαρώδης διαβήτης δεν αποτελεί απόλυτη ένδειξη καισαρικής τομής).

Υπογλυκαιμία αμέσως μετά τη γέννηση (λόγω της υπερπαραγωγής ινσουλίνης από το πάγκρεας του νεογνού).

Ίκτερος και αναπνευστική δυσχέρεια, καρδιομυοπάθεια και διαταραχές του εμβρυικού καρδιακού ρυθμού, συγγενείς ανωμαλίες, χαμηλό ασβέστιο και μαγνήσιο και πολυκυτταραιμία αν ο διαβήτης είναι ανεξέλεγκτος.

Αυξημένη συχνότητα αποβολών ή ενδομήτριου θανάτου.

Αυξημένος κίνδυνος για παιδική και εφηβική παχυσαρκία και ανάπτυξη διαβήτη στην ενήλικο ζωή.

Επιπτώσεις που αφορούν στη μητέρα μπορεί να είναι:

Δυστοκία (δύσκολος τοκετός με αυξημένη συχνότητα τραυματισμού του νεογνού) ή ανάγκη για καισαρική τομή όπως προαναφέρθηκε.

Πρόωρος τοκετός.

Προεκλαμψία (αυξημένη αρτηριακή πίεση και κυκλοφορικές διαταραχές κατά τη διάρκεια της κύησης με κινδύνους τόσο για το μωρό όσο και για την μητέρα).

Αυξημένος κίνδυνος για την ανάπτυξη διαβήτη σε μεγαλύτερη ηλικία.

Οι περισσότερες γυναίκες δεν έχουν κανένα σύμπτωμα. Αν το σάκχαρο ανέβει αρκετά μπορεί να προκαλέσει συμπτώματα όπως αυξημένη δίψα, συχνοουρία, μεγάλη κόπωση, αλλαγή στην όραση, συχνές ουρολοιμώξεις ( ή και ασυμπτωματική βακτηριουρία) καθώς και κολπίτιδες.

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΗΣ ΕΓΚΑΙΡΗΣ ΔΙΑΓΝΩΣΗΣ!

Από το 1964, όταν θεσπίστηκαν τα πρώτα κριτήρια για τη διάγνωση του ΣΔ στην κύηση, βάση του μετέπειτα κινδύνου για την ανάπτυξη ΣΔ στην μητέρα, έως σήμερα, έχουν αλλάξει πολλά. Για χρόνια, μεγάλο κομμάτι της ιατρικής κοινότητας δεν είχε πειστεί για την σημασία της αντιμετώπισης της υπεργλυκαιμίας (χωρίς προϋπάρχοντα διαβήτη) στην κύηση. Πλέον γνωρίζουμε ότι η αντιμετώπιση ακόμα και ήπιας υπεργλυκαιμίας στην κύηση έχει σημαντικότατα οφέλη για την πρόληψη των προαναφερθέντων επιπτώσεων.

Ποια είναι τα κριτήρια διάγνωσης;

Α) Έλεγχος στην πρώτη μαιευτική επίσκεψη (μετά την επιβεβαίωση της εγκυμοσύνης) – Στόχος η ανεύρεση γυναικών με προϋπάρχοντα διαβήτη που δεν έχουν διαγνωσθεί και αυτές με αυξημένο κίνδυνο για σακχαρώδη διαβήτη κύησης. Κάθε γυναίκα πρέπει να ελέγχεται στο πρώτο τρίμηνο της κύησης με έλεγχο σακχάρου νηστείας (ή γλυκοσυλιωμένης αιμοσφαιρίνης). Εξαίρεση αποτελούν οι γυναίκες που είναι παχύσαρκες, είχαν διαβήτη της κύησης σε προηγούμενη εγκυμοσύνη ή έχουν αυξημένο κίνδυνο για σακχαρώδη διαβήτη κύησης, στις οποίες μπορεί να ζητηθεί καμπύλη σακχάρου στην 12η εβδομάδα κύησης. Η «καμπύλη σακχάρου» αφορά την μέτρηση του σακχάρου πριν και μετά την πόση ενός υγρού με μεγάλη περιεκτικότητα σε γλυκόζη. Πριν από την διενέργεια της καμπύλης η έγκυος πρέπει να καταναλώνει ελεύθερα υδατάνθρακες τουλάχιστον για τις τρεις προηγούμενες ημέρες.

Εάν το σάκχαρο νηστείας είναι πάνω από μια ορισμένη τιμή, η έγκυος θεωρείται ότι πάσχει από σακχαρώδη διαβήτη και πρέπει να συμβουλευτεί άμεσα ενδοκρινολόγο ο οποίος σε συνεργασία με τον μαιευτήρα-γυναικολόγο θα αποφασίσουν για την έναρξη κατάλληλης αγωγής (δίαιτα, σωματική άσκηση ή ,σε μερικές περιπτώσεις, και χρήση ινσουλίνης).

Β) Έλεγχος μεταξύ 24ης και 28ης εβδομάδας κύησης. Εάν το σάκχαρο είναι φυσιολογικό στην πρώτη φάση, γίνεται επανέλεγχος μεταξύ της 24ης και 28ης εβδομάδας της κύησης (οπότε και εμφανίζεται ο σακχαρώδης διαβήτης κύησης) με καμπύλη σακχάρου σε όλες τις εγκύους. Εάν έστω και μια τιμή σακχάρου είναι ίση ή μεγαλύτερη με τα θεσπισμένα όρια, τότε μπαίνει η διάγνωση ΣΔ κύησης και η έγκυος πρέπει να πει σε πρωτόκολλο παρακολούθησης και αντιμετώπισης της υπεργλυκαιμίας της, πάντα με τη συνεργασία ενδοκρινολόγου-γυναικολόγου.

Βλέπουμε λοιπόν ότι μια σωστή και προσεκτική παρακολούθηση της εγκυμοσύνης καθώς και η συμμόρφωση με τις οδηγίες των ιατρών μπορούν να μας βοηθήσουν να έχουμε ένα πολύ καλό αποτέλεσμα στην εγκυμοσύνη που δεν είναι άλλο από ένα υγιές μωρό στην αγκαλιά μιας υγιούς μητέρας!